
ΧΗΜΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ
Γεώργιος Μπανταβάνης
Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Πατρών
Πρόσφατα δημοσιεύματα σχετικά με το καρκινογενετικό δυναμικό των υπερεπεξεργασμένων τροφίμων καθώς και διατροφικά σκάνδαλα όπως εκείνα με το μολυσμένο ηλιέλαιο και τις διοξίνες, φέρνουν με δραματικό τρόπο στην επικαιρότητα τον τοξικό και ιδιαίτερα τον καρκινογενετικό ρόλο διαφόρων χημικών ουσιών, στις οποίες εκτιθέμεθα είτε μέσω του περιβάλλοντος είτε μέσω της διατροφής. Στο παρόν άρθρο παρουσιάζεται ο ρόλος των χημικών ουσιών στην πρόκληση καρκίνου του δέρματος.
Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει σαφές ότι το δέρμα δεν αποτελεί έναν απλό φραγμό μεταξύ του σώματος και του εξωτερικού περιβάλλοντος, αλλά ένα περίπλοκο δυναμικό λειτουργικό σύστημα, εξαιρετικής σημασίας για την ίδια την ζωή, του ανθρώπου. Το δέρμα εκτός από την προστασία που παρέχει έναντι φυσικών, μηχανικών, χημικών και λοιμωδών παραγόντων παρουσιάζει έντονη ανοσολογική και μεταβολική δραστηριότητα, ενώ είναι σε θέση να απορροφά εξωγενείς ουσίες όπως ενδοδερμικά χορηγούμενα φάρμακα αλλά και χημικούς ρύπους του περιβάλλοντος. Οι χημικές αυτές ουσίες πέραν της συστηματικής δράσεώς τους σε εσωτερικά όργανα ασκούν και τοπική δράση, προκαλώντας ποικίλες δερματοπάθειες όπως δερματίτιδα εξ επαφής, κνίδωση, ακμή, φωτοαλλεργικές αντιδράσεις, πορφυρία, πολύμορφο ερύθημα κ.λ.π.
Η σημαντικότερη όμως βλαπτική επίδραση των εξωγενών χημικών παραγόντων στο δέρμα συνίσταται στην πρόκληση του καρκίνου. Η πρώτη συσχέτιση καρκίνου του δέρματος και χημικών παραγόντων χρονολογείται από το 1775 όταν ο Άγγλος χειρουργός Sir Percival Pott παρατήρησε την συχνή εμφάνιση καρκίνου του οσχέου στους καπνοδοχοκαθαριστές και την απέδωσε στην χρόνια έκθεσή τους στον καπνό. Χρειάστηκε να περάσουν 150 χρόνια από τότε για να διαπιστωθεί ότι αυτή η καρκινογόνος δράση οφείλεται στους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες και άλλα 50 χρόνια για να βρεθεί ότι οι ουσίες αυτές ενεργοποιούνται και μεταβολίζονται στο ήπαρ (συκώτι) από τα ένζυμα του συστήματος Ρ450.
Η καρκινογένεση του δέρματος είναι μία πολύπλοκη διεργασία, η οποία ολοκληρώνεται σε τρία τουλάχιστον στάδια: την εκκίνηση, την προαγωγή και την εξαλλαγή.
Το πρώτο στάδιο, η εκκίνηση, είναι το αποτέλεσμα της βραχείας τοπικής ή συστηματικής εκθέσεως σε ένα καρκινογόνο. Το στάδιο της εκκινήσεως ολοκληρώνεται ταχέως και οι προκαλούμενες αλλαγές στα κύτταρα κληρονομούνται και δεν είναι αναστρέψιμες. Η πιο καλά μελετημένη ομάδα εκκινητών είναι οι πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες οι οποίοι αφθονούν στο περιβάλλον και αποτελούν υποπροϊόντα της καύσεως ορυκτών καυσίμων και οργανικών υλικών. Σε αυτούς αποδίδεται η καρκινογόνος δράση των ορυκτέλαιων, της πίσσας και της αιθάλης των καπνοδόχων. Στους εκκινητές περιλαμβάνονται επίσης και αλκυλιωτικοί παράγοντες, ορισμένοι μάλιστα από τους οποίους χρησιμοποιούνται στην ιατρική θεραπευτική. Άλλοι εκκινητές είναι οι νιτροζαμίνες που περιέχονται στον καπνό των τσιγάρων και προάγουν και το τρίτο στάδιο της καρκινογένεσης (την εξαλλαγή), προϊόντα της καύσεως του πετρελαίου όπως το δινιτροπυρένιο, αρωματικές αμίνες, ουρεθάνη κ.α.
Οι εκκινητές έχουν την ιδιότητα να συνδέονται με το γενετικό υλικό, δηλαδή το DNA των επιδερμιδικών κυττάρων προκαλώντας μεταλλάξεις και τελικά την ενεργοποίηση πρωτοογκογονιδίων σε ογκογονίδια. Τα επιδερμιδικά κύτταρα διαθέτουν βεβαίως μηχανισμούς επιδιορθώσεως των μεταλλάξεων, ωστόσο οι μηχανισμοί αυτοί δεν μπορούν πάντοτε να επιτύχουν πλήρη απομάκρυνση του καρκινογόνου και απόλυτη επιδιόρθωση του γενετικού υλικού. Το πόσο σημαντικοί είναι οι μηχανισμοί επιδιορθώσεως του DNA καταδεικνύεται στην περίπτωση ανεπάρκειάς τους σε ορισμένες κληρονομικές παθήσεις, όπως π.χ. στην μελαγχρωματική ξηροδερμία η οποία χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση τεράστιου αριθμού καρκινωμάτων στο δέρμα. Τα επιδερμιδικά κύτταρα κατά την φάση της εκκινήσεως δεν είναι ακόμη νεοπλασματικά (καρκινικά), ούτε παρουσιάζουν ουσιώδεις μορφολογικές αλλαγές.
Κατά το δεύτερο στάδιο της καρκινογένεσης, το στάδιο της προαγωγής, οι προαγωγικοί παράγοντες συμβάλλουν στην δημιουργία ενός περιβάλλοντος κατάλληλου για την ανάπτυξη του προσβεβλημένου από τον εκκινητή κυτταρικού πληθυσμού με αποτέλεσμα τη δημιουργία μίας προκαρκινωματώδους αλλοιώσεως. Οι προαγωγείς προκειμένου να ασκήσουν τη δράση τους πρέπει να αλληλεπιδράσουν με το δέρμα επανειλημμένα. Η προαγωγική φάση είναι δυνατόν να διαρκέσει επί έτη και από αυτήν ουσιαστικά εξαρτάται η διάρκεια της λανθάνουσας περιόδου κατά την καρκινογένεση (το διάστημα δηλαδή που μεσολαβεί από την έκθεση στην χημική ουσία μέχρι την εκδήλωση του καρκίνου). Η προαγωγή είναι μία δυνητικά αναστρέψιμη διεργασία και για τον λόγο αυτό οι περισσότερες στρατηγικές πρόληψης του καρκίνου εστιάζονται στη φάση αυτή. Οι πλέον μελετημένοι προαγωγείς είναι οι εστέρες φορβόλης και ιδιαίτερα το ΤΡΑ (12-O-tetradecanoylphorbol-13-acetate) που αποτελεί συστατικό του κροτονέλαιου. ΄Αλλοι σημαντικοί προαγωγείς είναι οι αλογονούχοι αρωματικοί υδρογονάνθρακες όπως το ΤCDD (2,3,7,8-Tετραχλωροδιβενζο-ρ-διοξίνη) που είναι συνηθισμένοι περιβαλλοντικοί ρύποι, διάφορα υπεροξείδια κ.λ.π.
Κατά το τρίτο στάδιο της καρκινογένεσης, το στάδιο της εξαλλαγής, τα προσβεβλημένα κύτταρα χαρακτηρίζονται από υψηλό επίπεδο γενετικής αστάθειας και ανωμαλίες στα χρωμοσώματα με αποτέλεσμα την μετατροπή των προκαρκινικών αλλοιώσεων σε καρκίνους. Οι προκαρκινικές αλλοιώσεις δεν παρουσιάζουν όλες σημαντική τάση εξαλλαγής. Ωστόσο η αλληλεπίδραση με χημικές μεταλλαξιογόνες ουσίες που χορηγούνται τοπικά ή συστηματικά, μπορεί να επιταχύνει θεαματικά την εξαλλαγή τους σε κακοήθη διηθητικά καρκινώματα.
Πολλές χημικές ουσίες δεν είναι οι ίδιες καρκινογόνες στην φυσική τους μορφή, αλλά τα μεταβολικά τους παράγωγα που προκύπτουν κατά την αλληλεπίδρασή τους με ενζυμικά συστήματα και κατά κύριο λόγο με το Ρ450. Τι είναι αυτό το Ρ450; Το Ρ450 αποτελεί μία οικογένεια μικροσωματικών ενζύμων που εντοπίζονται στο ενδοπλασματικό δίκτυο των κυττάρων του εντέρου, του ήπατος, του δέρματος καθώς και άλλων οργάνων και ιστών. Το Ρ450 αδρανοποιεί μεγάλο αριθμό εξωγενών χημικών παραγόντων με τους οποίους έρχεται σε επαφή ο οργανισμός σε καθημερινή βάση, καθώς και πολλές ενδογενείς ουσίες όπως στεροειδή και λιπίδια. Σε πολλές όμως περιπτώσεις δρά βλαπτικά καθώς μετατρέπει ανενεργείς χημικές ουσίες σε ενεργά καρκινογόνα μεταβολικά παράγωγα. Τα ισοένζυμα του Ρ450 κωδικοποιούνται από μία μεγάλη ομάδα γονιδίων. Η γενετική ετερογένεια που παρατηρείται σχετικά με τα γονίδια αυτά έχει ως αποτέλεσμα ορισμένα άτομα ή λαοί να παρουσιάζουν ανθεκτικότητα ή ιδιαίτερη ευαισθησία στην καρκινογόνο δράση συγκεκριμένων χημικών παραγόντων.
Τα τελευταία χρόνια οι ερευνητικές προσπάθειες για την πρόληψη του καρκίνου που οφείλεται σε χημικούς παράγοντες, εστιάζονται στην αναστολή της μεταβολικής ενεργοποίησης των καρκινογόνων από το Ρ450. ΄Ετσι βρίσκεται ήδη σε πειραματικό στάδιο η εφαρμογή αναστολέων της ενζυμικής δραστηριότητος του Ρ450 όπως π.χ. οι ελαγκιτονίνες και οι επικατεχίνες (που βρίσκονται στο πράσινο τσάϊ). Επιπλέον εξετάζονται οι δυνατότητες γονιδιακής θεραπείας, με την εισαγωγή γονιδίων που θα τροποποιούν την δράση του Ρ450 αναστέλλοντας την ενεργοποίηση και διευκολύνοντας την διάσπαση των καρκινογόνων ουσιών.

Υπερκεράτωση πελμάτων και αρχόμενα διηθητικά καρκινώματα, μετά από χρόνια έκθεση σε φυτοφάρμακα που περιείχαν αρσενικό