ΑΤΟΠΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΙΤΙΔΑ

Γεώργιος Ι. Μπανταβάνης

Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος

Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Πατρών

Η ατοπική δερματίτιδα (ΑΔ) είναι μία χρόνια, μη μεταδοτική, φλεγμονώδης δερματοπάθεια, η οποία εκδηλώνεται σε ποσοστό 10-20% των παιδιών και 3% των ενηλίκων. Αποτελεί εκδήλωση μιας κληρονομικής αλλεργικής προδιάθεσης, η οποία ονομάζεται «ατοπία» και εκτός της ΑΔ περιλαμβάνει νοσήματα όπως το άσθμα και η ατοπική ρινίτιδα ή βλεφαροεπιπεφυκίτιδα.

Διακρίνονται τρεις μορφές της ΑΔ: η βρεφική, η παιδική και η ΑΔ νέων και ενηλίκων. Στην βρεφική μορφή της νόσου παρατηρείται ερύθημα (κοκκινίλα), μικρές φυσαλίδες, διαβρώσεις (λόγω του έντονου ξεσμού), εφελκίδες («κάπαλα») και λέπια. Οι δερματικές αλλοιώσεις εμφανίζονται από τους πρώτους μήνες της ζωής, προκαλούν έντονη φαγούρα στο παιδί και εντοπίζονται στα μάγουλα, το τριχωτό της κεφαλής και σπανιότερα στα άκρα και τον κορμό. Μετά από μία πορεία με υφέσεις και εξάρσεις η νόσος είτε υποχωρεί είτε μεταπίπτει περί το δεύτερο έτος στην παιδική ΑΔ, η οποία χαρακτηρίζεται από έντονη ξηρότητα και πάχυνση του δέρματος (λειχηνοποίηση), απολέπιση, ερυθρές βλατίδες και πλάκες, εκδορές και εφελκίδες. Οι αλλοιώσεις εντοπίζονται πίσω από τα γόνατα και τους αγκώνες, στην ραχιαία (εξωτερική) επιφάνεια χεριών και ποδιών, στο πρόσωπο, στο λαιμό και στον θώρακα. Η ΑΔ νέων και ενηλίκων χαρακτηρίζεται από ξηρότητα, ερυθρότητα, απολέπιση και λειχηνοποίηση στις προαναφερθείσες θέσεις. Συνηθισμένη είναι η επιμόλυνση των δερματικών αλλοιώσεων από βακτήρια, μύκητες ή ιούς με αποτέλεσμα την δραματική επιδείνωση της κλινικής εικόνας. Η ΑΔ συχνά συνοδεύεται και από χειλίτιδα, δερματίτιδα της θηλής του μαστού, διαταραχές των νυχιών, τραχύτητα του δέρματος σε γόνατα και αγκώνες, διαταραχές στο χρώμα του δέρματος, μεγάλη πυκνότητα παλαμιαίων δερματογλυφικών, περιοφθαλμική μελάγχρωση κ.α.

Ένας μεγάλος αριθμός ερεθισμάτων (αλλεργιογόνα) είναι δυνατόν να προκαλέσουν έξαρση της ΑΔ: τρόφιμα (δημητριακά, αλεύρι, γαλακτοκομικά, αυγό, σοκολάτα, κρέας και ψάρια διαφόρων ειδών, θαλασσινά, ορισμένα φρούτα και λαχανικά), φυτικά αλλεργιογόνα (λεύκα, φτελιά, ιτιά, ελιά, βελανιδιά, διάφορα είδη χόρτων), τρίχες, λέπια και φτερά ζώων, μύκητες, βακτήρια και ορισμένες φυσικές ή συνθετικές ουσίες (βαμβάκι, μετάξι, μαλλί, πλαστικά, γύρη, ακάρεα οικιακής σκόνης, απορρυπαντικά κ.α.). Η ΑΔ επιδεινώνεται επίσης από ορμονικούς παράγοντες (κύηση, εμμηνόπαυση, έμμηνος κύκλος), το ψυχικό stress (άγχος, κατάθλιψη, παιδιά με διαταραγμένο οικογενειακό περιβάλλον) και τις κλιματολογικές συνθήκες (επιδείνωση το χειμώνα).

Η διάγνωση της ΑΔ μπαίνει από τον γιατρό με βάση το ιστορικό και την χαρακτηριστική κλινική εικόνα και υποβοηθείται από εξετάσεις ή δοκιμασίες που επιτρέπουν σε κάποιες περιπτώσεις τον εντοπισμό των υπεύθυνων αλλεργιογόνων.

Η ΑΔ, ως γενετικά καθοριζόμενη νόσος, έχει μία χρόνια πορεία με υφέσεις και εξάρσεις. Ωστόσο, η σωστή αντιμετώπιση της επιτρέπει μακρές περιόδους υφέσεως και ταχεία αντιμετώπιση των εξάρσεων. Οι ασθενείς θα πρέπει να αποφεύγουν τις υψηλές θερμοκρασίες (που προκαλούν ιδρώτα και κνησμό) αλλά και την υπερβολική έκθεση στο κρύο, ενώ κατά τους χειμερινούς μήνες καλό είναι να χρησιμοποιείται στους εσωτερικούς χώρους ένας υγραντήρας. Τα ρούχα πρέπει να είναι βαμβακερά λόγω της συχνής αλλεργίας στο μαλλί. Πρέπει επίσης να αποφεύγεται κατά το δυνατόν η επαφή με οικιακή σκόνη, τρίχες ή φτερά ζώων, καπνό τσιγάρων, απορρυπαντικά και οργανικούς διαλύτες, ορισμένα φρούτα και λαχανικά π.χ. ντομάτα ή εσπεριδοειδή, καθώς και το ψυχικό stress. Το δέρμα πρέπει να καθαρίζεται καθημερινά με τη χρήση ενός ήπιου καθαριστικού, οι πετσέτες να είναι βαμβακερές και να αποφεύγεται το έντονο τρίψιμο κατά το σκούπισμα. Μία ή δύο φορές ημερησίως (και απαραιτήτως μετά το λουτρό) να γίνεται επάλειψη σε όλο το σώμα με κάποια ενυδατική κρέμα ή αλοιφή, τόσο κατά τις περιόδους των υφέσεων όσο και κατά τις εξάρσεις της νόσου.

Τα συνηθέστερα χορηγούμενα φάρμακα είναι κρέμες και αλοιφές κορτιζόνης, τοπικά ανοσοτροποποιητικά φάρμακα, αντιισταμινικά χορηγούμενα από του στόματος για την αντιμετώπιση του κνησμού και αντιβιοτικά για την θεραπεία των μικροβιακών επιμολύνσεων. Σε σοβαρές περιπτώσεις, ανθεκτικές στην τοπική αγωγή, χορηγούνται για μικρό χρονικό διάστημα χάπια ή ενέσεις κορτιζόνης ή άλλων ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων. Η πρόσφατη βελτίωση των γνώσεων μας σχετικά με την αυτοάνοση φύση της νόσου επέτρεψε την ανάπτυξη νέων στοχευμένων θεραπειών όπως οι αναστολείς της δράσης των ιντερλευκινών 13 και 14 καθώς και οι αναστολείς του JAK μονοπατιού. Λόγω του κινδύνου ανεπιθύμητων ενεργειών η φαρμακευτική αγωγή δίνεται μόνο κατά τις εξάρσεις της νόσου και η διάρκειά της καθορίζεται από τον γιατρό.

Οι αυξανόμενη κατανόηση των τελευταίων ετών σχετικά με τους παθογενετικούς μηχανισμούς της νόσου προσφέρει σημαντικές ελπίδες για την ανάπτυξη και νέων πιο αποτελεσματικών και ατοξικών θεραπειών για την ΑΔ στο άμεσο μέλλον.

Leave a reply